FAQs About the word lustrously

λαμπερά

radiant in character or reputation, reflecting light evenly and efficiently without glitter or sparkle

φωτεινό,λαμπρά,λαμπερά,λαμπρά,Έντυπωσιακά,Λαμπερά,λαμπερά,λαμπερά,υπέροχα,Φωτεινά

σκοτεινά,αμυδρά,θαμπό,ασαφής,μελαγχολικά,σκοτεινά,μελαγχολικά,συννεφιασμένος,σκοτεινά,ύπουλα

lustres => πολυέλαιοι, lusters => λάμψη, lustered => γυαλισμένο, lushing (up) => δροσιστικό, lushes => καταπράσινος,