Greek Meaning of shadily
ύπουλα
Other Greek words related to ύπουλα
Nearest Words of shadily
Definitions and Meaning of shadily in English
shadily (adv.)
In a shady manner.
FAQs About the word shadily
ύπουλα
In a shady manner.
συννεφιασμένος,σκοτεινά,μελαγχολικά,σκοτεινά,ασαφής,μελαγχολικά,αμυδρά,σκοτεινά,σκιερά,θαμπό
φωτεινό,λαμπρά,λαμπρά,Έντυπωσιακά,Λαμπερά,λαμπερά,λαμπερά,λαμπερά,λαμπερά,υπέροχα
shadfly => εφήμερο, shad-flower => Λουλούδι του shad, shadflower => Σαμπούκος, shades => Σκιές, shader => σκίαστρο,