FAQs About the word obscurely

ασαφής

in an obscure mannerIn an obscure manner.

σκοτεινά,αμυδρά,μελαγχολικά,σκοτεινά,μελαγχολικά,θαμπό,σκοτεινά,συννεφιασμένος,ύπουλα

φωτεινό,λαμπρά,λαμπρά,Έντυπωσιακά,Λαμπερά,λαμπερά,λαμπερά,λαμπερά,λαμπερά,υπέροχα

obscured => αμυδρό, obscure => ασαφής, obscuration => συσκότιση, obscurantist => σκοταδιστής, obscurantism => οσκουραντισμός,