Greek Meaning of flowery
ανθισμένος
Other Greek words related to ανθισμένος
- περίτεχνος
- μοβ
- ρητορική
- ρητορικός
- εύγλωττος
- ανθηρός
- μεγαλοστομία
- υψηλοπετών
- υψηλοπετών
- υψηλόφθόγγος
- πληγμένος
- χρυσός
- φουσκωμένος
- καυχησιάρης, αλαζόνας
- βομβαρδιστικός
- ο βιβλιολάτρης
- υπερβολικός
- επιτηδευμένος
- κολακευτικός
- αφθονη
- μεγαλοπρεπής
- φανταχτερός
- φουσκωμένο
- υπέροχος
- μεγαλειώδης
- πομπώδης
- επιτηδευμένος
- Τεχνητός
Nearest Words of flowery
- flowers-of-an-hour => Εφήμερα λουλούδια
- flowers of zinc => άνθη ψευδαργύρου
- flowerpot => γλάστρα
- flower-of-an-hour => μονήμερο
- flowerlessness => Άνθος
- flowerless => άνθος
- flowering wintergreen => Ανθοφόρο κόκκινο μεγάλους ανθοφόρους
- flowering tree => ανθισμένο δέντρο
- flowering tobacco => Νικοτιάνη η φτερωτή
- flowering stone => Ανθισμένος λίθος
Definitions and Meaning of flowery in English
flowery (a)
of or relating to or suggestive of flowers
flowery (s)
marked by elaborate rhetoric and elaborated with decorative details
flowery (a.)
Full of flowers; abounding with blossoms.
Highly embellished with figurative language; florid; as, a flowery style.
FAQs About the word flowery
ανθισμένος
of or relating to or suggestive of flowers, marked by elaborate rhetoric and elaborated with decorative detailsFull of flowers; abounding with blossoms., Highly
περίτεχνος,μοβ,ρητορική,ρητορικός,εύγλωττος,ανθηρός,μεγαλοστομία,υψηλοπετών,υψηλοπετών,υψηλόφθόγγος
άμεσο,άπαχο,απλός,πεζός,απλός,φαλακρός,Γεγονός,φυσικός,εφεδρικό,σκληρός
flowers-of-an-hour => Εφήμερα λουλούδια, flowers of zinc => άνθη ψευδαργύρου, flowerpot => γλάστρα, flower-of-an-hour => μονήμερο, flowerlessness => Άνθος,