Greek Meaning of matter of fact
Γεγονός
Other Greek words related to Γεγονός
- ντοκιμαντέρ
- πραγματικός
- ιστορικός
- κυριολεκτικός
- μη μυθοπλασίας
- ΑΛΗΘΙΝΟΣ
- πραγματικός
- αυθεντικός
- Τεκμηριωμένο
- Στόχος
- πραγματικός
- αξιόπιστος
- απλός
- καλή τη πίστει
- βέβαιος
- επιβεβαιώσιμο
- επιδεικτικός
- καθιερωμένος
- γνήσιος
- σκληρός
- αναμφισβήτητος
- αδιαμφισβήτητο
- αναμφισβήτητος
- αδιαμφισβήτητος
- απλός
- αποδείξιμος
- δεξιά
- υποφερτός, υποστηρικτός
- βιώσιμος
- Αδιαμφισβήτητος
- αναμφισβήτητο
- Επαληθεύσιμος
- Φανταστικός
- φανταστικός
- υποθετικός
- εικαζόμενο
- θεωρητικός
- θεωρητικός
- μυθιστορηματικά
- Μη ιστορικός
- ανιστόρητος
- απόκρυφος
- χιμαιρικός
- χιμαιρικός
- υπερβολικός
- καταπληκτικός
- Φαντασιώδης
- φανταστικός
- Φανταστικός
- φανταστικός
- φανταστικός
- εφεύρε
- θρυλικός
- υποκρίνομαι
- μυθικός
- μυθικός
- προσποιούμαι
- μη αυθεντικός
- ατεκμηρίωτο
- μη ντοκυμαντέρ
- μη πραγματικό
- κεντημένος
- αβάσταχτος
- ανυπόφορο
- επινοημένος
Nearest Words of matter of fact
Definitions and Meaning of matter of fact in English
matter of fact (n)
a disputed factual contention that is generally left for a jury to decide
a matter that is an actual fact or is demonstrable as a fact
matter of fact (s)
not fanciful or imaginative
concerned with practical matters
matter of fact (a.)
Adhering to facts; not turning aside from absolute realities; not fanciful or imaginative; commonplace; dry.
FAQs About the word matter of fact
Γεγονός
a disputed factual contention that is generally left for a jury to decide, a matter that is an actual fact or is demonstrable as a fact, not fanciful or imagina
ντοκιμαντέρ,πραγματικός,ιστορικός,κυριολεκτικός,μη μυθοπλασίας,ΑΛΗΘΙΝΟΣ,πραγματικός,αυθεντικός,Τεκμηριωμένο,Στόχος
Φανταστικός,φανταστικός,υποθετικός,εικαζόμενο,θεωρητικός,θεωρητικός,μυθιστορηματικά,Μη ιστορικός,ανιστόρητος,απόκρυφος
matter of course => κάτι αυτονόητο, matter => ερώτηση, matted => μπερδεμένο, matte up => ματ, matte => ματ,