FAQs About the word stripped

γυμνός

having only essential or minimal features, having everything extraneous removed including contents, with clothing stripped off

Γυμνός,εκτεθειμένο,ανοιχτό,ξεφλουδισμένο,αποκαλυμμένος,φαλακρός,εμφανίζεται,αποκάλυψε,Γυμνός,εκχωρήθηκε

καλυμμένος,Μανδύας,Υπερμεγέθης,Κατακλύζω,γένιος,τριχωτός,καλύπτω

strip-mined => Εξάγεται σε λωρίδες, stripling => Νεαρός, striping => Γραμμωτός, stripes => ρίγες, striped violet => Ριγέ βιολέτα,