Greek Meaning of garnished

γαρνιρισμένο

Other Greek words related to γαρνιρισμένο

Definitions and Meaning of garnished in English

Webster

garnished (imp. & p. p.)

of Garnish

FAQs About the word garnished

γαρνιρισμένο

of Garnish

στολισμένος,παρατεταγμένοι,στολισμένος,ντυμένος,διακοσμημένος,ντυμένος,διακοσμημένο,εμπλουτισμένο,διακοσμημένο,κομμένος

αυστηρός,Γυμνός,εκτεθειμένο,απλός,σοβαρός,σκληρός,γυμνός,άκοσμος,αποκαλυμμένος,συντηρητικός

garnish => Γαρνιτούρα, garnierite => Γαρνιερίτης, garnier => Γκαρνιέρ, garnetiferous => γρανάτωμα, garnet-coloured => γρανάτινος,