Greek Meaning of garnisheed
Κατασχεμένος
Other Greek words related to Κατασχεμένος
Nearest Words of garnisheed
Definitions and Meaning of garnisheed in English
garnisheed (imp. & p. p.)
of Garnishee
FAQs About the word garnisheed
Κατασχεμένος
of Garnishee
Επισυναπτόμενος,κατασχεθεί,δεσμευμένο,απαλλοτριωμένο,προετοιμασμένος,απομονωμένος,σφετερίστηκε,αλαζονικός,κατασχεθεί,κατάσχεται
παραδόθηκε,δήμευσε,παραιτήθηκε,κυκλοφόρησε,αποδομένο,παραδόθηκε,αναποδογυρισμένος,ενέδωσε,παραχωρηθεί,παραδίδονται
garnishee => Κατάσχετος, garnished => γαρνιρισμένο, garnish => Γαρνιτούρα, garnierite => Γαρνιερίτης, garnier => Γκαρνιέρ,