Greek Meaning of immured
τειχισμένος
Other Greek words related to τειχισμένος
Nearest Words of immured
- immunotherapy => Ανοσοθεραπεία
- immunotherapeutic => ανοσοθεραπευτικός
- immunosuppressor => Ανοσοκατασταλτικό
- immunosuppressive drug => Ανοσοκατασταλτικό φάρμακο
- immunosuppressive => Ανοσοκατασταλτική
- immunosuppression => ανοσοκαταστολή
- immunosuppressed => Ανοσοκατεσταλμένος
- immunosuppressant => Ανοσοκατασταλτικό
- immunopathology => Ανοσοπαθολογία
- immunology => Ανοσολογία
Definitions and Meaning of immured in English
immured (imp. & p. p.)
of Immure
FAQs About the word immured
τειχισμένος
of Immure
φυλακισμένος,αλυσοδεμένο,επισυνάπτεται,Φυλακισμένος,επισυναπτόμενο,αγκυροβολημένος,μπουλονάρω,δεμένος,πιάστηκε,περιορισμένος
δραπέτευσε,δωρεάν,χαλαρός,ελεύθερος,ανεμπόδιστη,ανεξέλεγκτος,ανέμελος,απεριόριστος,απελευθερωμένος,ελεύθερος
immunotherapy => Ανοσοθεραπεία, immunotherapeutic => ανοσοθεραπευτικός, immunosuppressor => Ανοσοκατασταλτικό, immunosuppressive drug => Ανοσοκατασταλτικό φάρμακο, immunosuppressive => Ανοσοκατασταλτική,