Greek Meaning of improved
βελτιωμένη
Other Greek words related to βελτιωμένη
- προηγμένος
- εξελιγμένος
- ψηλότερος
- ανεπτυγμένη
- μορφωμένος
- βελτιωμένο
- μπροστά
- υψηλός
- αργά
- μοντέρνος
- προοδευτικός
- εκλεπτυσμένος
- ηλικιωμένοι
- πολιτισμένος
- Σύγχρονο
- τρέχων
- διαφωτισμένος
- πλήρης
- πλήρης
- πλήρους κλίμακας
- ενήλικας
- τελευταίος
- Ώριμος
- ώριμος
- νέος
- μυθιστόρημα
- τώρα
- τελειοποιημένος
- πρόωρος
- πρόσφατος
- ώριμος
- ώριμο
- πιο πρόσφατο
- οπισθοδρομικός
- Πράσινο
- Χαμηλός
- Χαμηλότερος
- πρωτόγονος
- Αγενής
- ρουτινικός
- Υπανάπτυκτο
- ανεπτυγμένο
- νωρίς
- εμβρυϊκός
- Ανώριμος
- μη προοδευτικός
- παρωχημένος
- παλιό
- παρελθόν
- άγριος
- αγριος
- μικρότερο από το κανονικό
- μικροκαμωμένος/η
- Ελλιποβαρής
- Αμόρφωτος
- Άγουρο
- Άγουρο
- προκατακλυσμιαίος
- ξεπερασμένος
- αντίκα
- χρονολογημένος
- μπαγιάτικος
- βλαστικός
- πολιός
- μουχλιασμένο
- Νεάντερταλ
- Νεάντερταλ
- παλιομοδίτικος
- παλαιάς κοπής
- ξεπερασμένο
- πρωτόγονος
- πρωταρχικός
- φθαρμένος
Nearest Words of improved
Definitions and Meaning of improved in English
improved (a)
made more desirable or valuable or profitable; especially made ready for use or marketing
improved (s)
become or made better in quality
(of land) made ready for development or agriculture by clearing of trees and brush
improved (imp. & p. p.)
of Improve
FAQs About the word improved
βελτιωμένη
made more desirable or valuable or profitable; especially made ready for use or marketing, become or made better in quality, (of land) made ready for developmen
προηγμένος,εξελιγμένος,ψηλότερος,ανεπτυγμένη,μορφωμένος,βελτιωμένο,μπροστά,υψηλός,αργά,μοντέρνος
οπισθοδρομικός,Πράσινο,Χαμηλός,Χαμηλότερος,πρωτόγονος,Αγενής,ρουτινικός,Υπανάπτυκτο,ανεπτυγμένο,νωρίς
improve => βελτιώνω, improvable => Βελτιώσιμος, improvability => δυνατότητα βελτίωσης, improsperous => άπορος, improsperity => δυστυχία,