Greek Meaning of undeveloped
ανεπτυγμένο
Other Greek words related to ανεπτυγμένο
- οπισθοδρομικός
- Υπανάπτυκτο
- ηλικιωμένοι
- αρχαίος
- προκατακλυσμιαίος
- ξεπερασμένος
- αντίκα
- βασικός
- χρονολογημένος
- νωρίς
- εμβρυϊκός
- πολιός
- οικιακός
- μουχλιασμένο
- παρωχημένος
- παλιό
- παλιομοδίτικος
- παλαιάς κοπής
- ξεπερασμένο
- παρελθόν
- πρωτόγονος
- πρωταρχικός
- γραφικό
- Αγέλαστος
- φθαρμένος
- ακατέργαστος
- μπαγιάτικος
- χειροποίητος
- πάσο
- πρωτόγονος
- ρουτινικός
- απλός
- απλός
- μη εκσυγχρονισμένο
- παλιομοδίτικη
- προηγμένος
- σύνθετος
- περίπλοκος
- ανεπτυγμένη
- εξελιγμένος
- υψηλός
- ψηλότερος
- σύνθετο
- εμπλεκόμενος
- αργά
- Ώριμος
- εκλεπτυσμένος
- πολιτισμένος
- Σύγχρονο
- Καλλιεργούμενος
- τρέχων
- διαφωτισμένος
- ενήλικας
- ώριμος
- μοντέρνος
- νέος
- τελειοποιημένος
- εκλεπτυσμένος
- ώριμος
- ώριμο
- πλήρης
- τελευταίος
- Mod
- μοντερνιστικός
- καινούργιος
- μυθιστόρημα
- τώρα
- σύγχρονος
- Τελευταίας τεχνολογίας
- υπερσύγχρονο
- Ενημερωμένος
Nearest Words of undeveloped
Definitions and Meaning of undeveloped in English
undeveloped (a)
not developed, mature, or fully formulated
not developed, improved, exploited or used
FAQs About the word undeveloped
ανεπτυγμένο
not developed, mature, or fully formulated, not developed, improved, exploited or used
οπισθοδρομικός,Υπανάπτυκτο,ηλικιωμένοι,αρχαίος,προκατακλυσμιαίος,ξεπερασμένος,αντίκα,βασικός,χρονολογημένος,νωρίς
προηγμένος,σύνθετος,περίπλοκος,ανεπτυγμένη,εξελιγμένος,υψηλός,ψηλότερος,σύνθετο,εμπλεκόμενος,αργά
undeterred => ατάραχος, undetermined => ακαθόριστος, undetermination => απροσδιοριστία, undeterminate => αόριστος, undeterminable => ακαθόριστος,