Greek Meaning of undigestible
Απέπτος
Other Greek words related to Απέπτος
Nearest Words of undigestible
Definitions and Meaning of undigestible in English
undigestible (a.)
Indigestible.
FAQs About the word undigestible
Απέπτος
Indigestible.
Адъюстованный,Ανεπιθύμητο,άφαγος,μη βρώσιμο,Μη θρεπτικός,άφαγο
Ευπεπτό,βρώσιμος,τρώω,βρώσιμο,απορροφήσιμος,μάσημα,βρώσιμος,βρώσιμος,θρεπτικό,διατροφικός
undigested => Αχώνευτος, undigenous => not indigenous, undifferentiated => αδιαφοροποίητη, undid => ανέτρεψε, undiagnosed => μη διαγνωσμένος,