Greek Meaning of uncomplicated

απλός

Other Greek words related to απλός

Definitions and Meaning of uncomplicated in English

Wordnet

uncomplicated (s)

lacking complexity

easy and not involved or complicated

FAQs About the word uncomplicated

απλός

lacking complexity, easy and not involved or complicated

σαφής,Κατανοητός,προφανής,απλός,απλός,κατανοητός,φαινομενικός,θρασύς,Ευρύς,σαφής

γκρι,άυλος,ανεπαίσθητος,ασήμαντος,ακατανόητος,δυσανάγνωστο,λεπτός,αβυσσαλέος,ακατανόητος,άγνωστος

uncompleted => ημιτελής, uncomplete => ημιτελές, uncomplainingly => ασυγκλάστως, uncomplaining => γκρινιάρης, uncompetitive => μη ανταγωνιστικός,