Greek Meaning of readable

αναγνώσιμο

Other Greek words related to αναγνώσιμο

Definitions and Meaning of readable in English

Wordnet

readable (s)

easily deciphered

Webster

readable (a.)

Such as can be read; legible; fit or suitable to be read; worth reading; interesting.

FAQs About the word readable

αναγνώσιμο

easily decipheredSuch as can be read; legible; fit or suitable to be read; worth reading; interesting.

Καθαρός,αποκρυπτογραφήσιμος,σαφής,Αναγνώσιμο,ορατός,αισθητός,κατανοητός,διακριτός,διακριτός,δίκαιο

ασαφής,συννεφιασμένος,μυστηριώδης,σκοτεινός, -ή, -ό,αινιγματικός,αμφίβολος,ακατανόητος,δυσανάγνωστο,ασαφής,μυστηριώδης

readability => Ευανάγνωστο, write memory => Γράψτε τη μνήμη, write head => Γράφον κεφαλή, read method of childbirth => Η μέθοδος ανάγνωσης του τοκετού, read method => μέθοδος ανάγνωσης,