Greek Meaning of uncompetitive

μη ανταγωνιστικός

Other Greek words related to μη ανταγωνιστικός

Definitions and Meaning of uncompetitive in English

Wordnet

uncompetitive (s)

not inclined to compete

FAQs About the word uncompetitive

μη ανταγωνιστικός

not inclined to compete

συνεταιρισμός,μη ανταγωνιστική,μη αντικρουόμενο,συμβιωτικός,συμπαθής,συνεργικός,ανεκτικός,Φιλικός,φιλικός,φιλικός

ανταγωνιστικός,Ανταγωνιστικός,Αντιφατικό,δυσάρεστος,ασύμφωνος,εχθρικός,Ασυμβίβαστο,δυσαρμονικός,εχθρικός,ασύμβατος

uncompensated => μη αποζημιούμενος, uncompassionate => αδυσώπητος, uncompartmented => ασυγκρίτως, uncomparably => ασύγκριτα, uncomparable => ασύγκριτος,