Greek Meaning of underdeveloped

Υπανάπτυκτο

Other Greek words related to Υπανάπτυκτο

Definitions and Meaning of underdeveloped in English

Wordnet

underdeveloped (s)

relating to societies in which capital needed to industrialize is in short supply

not yet fully developed

FAQs About the word underdeveloped

Υπανάπτυκτο

relating to societies in which capital needed to industrialize is in short supply, not yet fully developed

οπισθοδρομικός,ανεπτυγμένο,ηλικιωμένοι,αρχαίος,προκατακλυσμιαίος,ξεπερασμένος,αντίκα,βασικός,χρονολογημένος,νωρίς

προηγμένος,σύνθετος,περίπλοκος,ανεπτυγμένη,εξελιγμένος,υψηλός,ψηλότερος,σύνθετο,εμπλεκόμενος,αργά

underdevelop => υπανάπτυκτος, underdelve => εξετάζω, underdealing => υποτιμηση, undercut => undercut, undercurrent => υπόγειο ρεύμα,