Greek Meaning of slowed (down)
Mειωμένη (προς τα κάτω)
Other Greek words related to Mειωμένη (προς τα κάτω)
- πέθανε
- έπεσε
- επισημασμένο
- χαλάρωσε
- βυθισμένο
- σταδιακά μειωμένο
- εξασθενημένος
- συμφωνημένο
- μειωμένος
- ελαττωμένος
- έπεσε
- συρρικνώθηκε
- υποχώρησε
- λιγότερο
- αφήνω κάτι
- μειωμένος
- μέτριος
- υποχώρησε
- ενέδωσε
- βούλιαξε
- συρρικνώθηκε
- συρρικνώθηκε
- κατηφής
- υποχώρησε
- Κωνικός
- μειώθηκε
- μειώθηκε
- αποκλιμακωμένο
- χαλάρωσε
- γλίστρησε
Nearest Words of slowed (down)
- slowed (down or up) => αργός (προς τα κάτω ή προς τα πάνω)
- slowdowns => Επιβραδύνσεις
- slow burn => αργή καύση
- slow (down) => αργά
- slow (down or up) => Αργός (επιβραδύνει ή επιταχύνει)
- slovens => Σλοβένος
- sloughs => βάλτοι
- sloughing (off) => αποφλοιούμενο (από)
- sloughed (off) => αποτινάχτηκε (από)
- slough (off) => απορρίπτω
- slow-footed => Αργοπόδαρος
- slowing (down or up) => Επιβράδυνση (κάτω ή πάνω)
- slowing (down) => (επιβράδυνση)
- slowish => Αργός
- slows (down or up) => επιβραδύνει (προς τα κάτω ή προς τα πάνω)
- slows (down) => επιβραδύνει
- sludgy => λασπώδης
- slues => ενδείξεις
- sluff => Αποφλοιώνω
- sluff (off) => αποτινάσσω (κάτι)
Definitions and Meaning of slowed (down) in English
slowed (down)
No definition found for this word.
FAQs About the word slowed (down)
Mειωμένη (προς τα κάτω)
πέθανε,έπεσε,επισημασμένο,χαλάρωσε,βυθισμένο,σταδιακά μειωμένο,εξασθενημένος,συμφωνημένο,μειωμένος,ελαττωμένος
αυξημένος,τοποθετημένος,Εκτοξεύτηκε,ανέβηκε,μπαλόνι,βλαστάνω,αύξήθηκε,διευρυμένο,κλιμακωθείς,επεκταθεί
slowed (down or up) => αργός (προς τα κάτω ή προς τα πάνω), slowdowns => Επιβραδύνσεις, slow burn => αργή καύση, slow (down) => αργά, slow (down or up) => Αργός (επιβραδύνει ή επιταχύνει),