Greek Meaning of outfought
επικράτησε
Other Greek words related to επικράτησε
- νίκησε
- βελτιωμένος
- θρυμματισμένος
- εκλειπτικός
- ξεπερασμένος
- ξεπερνώ
- ξεπέρασε
- υπερνικώ
- Υπερδύναμος
- ανέτρεψε
- ξεχείλισε
- Υπερφορτωμένος
- υποδουλωμένος
- κορυφαίο
- υπερέβη
- νικημένος
- κατακτημένος
- χτύπησε
- ξεπέρασε
- επισκίασε
- επισκίασε
- ξεπερασμένος
- ρυθμός
- οριοθετημένο
- κατεστραμμένος
- Αποστολή
- διέπρεψε
- άνθισε
- Κατέκτησε
- ξεπερνώντας
- σκόραρε
- σφαγμένος
- ήρεμος
- υπερβάλαμε
- σάρωσε
- πέταξε
- πήρε
- ανάποδα
- αναστατωμένος
- χτενισμένο νήμα
- Πέτυχε (έξω)
- ξεπερασμένος (έξω)
- πήδησε (pídise)
- Καταρρίφθηκε
- Νίκησε οριακά
- Παρασυρμένος
- επικράτησε (πάνω από)
- επέτυχε
- θριαμβεύω (επί)
- έχασε (απέναντι)
- εξαντλημένος
- Χρεοκοπημενος
- θαμένος
- γρονθοκόπησε
- σκονισμένος
- τελειωμένος
- επίπεδο
- επικολλημένο
- δρομολογημένο
- βούλιαξε
- γδαρμένος
- Καπνιστό
- πνιγμένος
- βυθισμένο
- ξυλοκοπημένος
- κομμένος
- διέλυσε
- χτύπησε
- κέρωμα
- εξαντλημένος, κουρασμένος
- χτυπημένος
- φύσηξε μακριά
- ξυλοκοπημένος
- κρεμώδης
- έκανε σε
- βαρετό
- Γυαλισμένη με γόμα λακ
- πατημένο
- χτυπημένος
- χτυπημένο
- μαστιγώθηκε
Nearest Words of outfought
Definitions and Meaning of outfought in English
outfought
to outdo or surpass in fighting or competing, to fight better than
FAQs About the word outfought
επικράτησε
to outdo or surpass in fighting or competing, to fight better than
νίκησε,βελτιωμένος,θρυμματισμένος,εκλειπτικός,ξεπερασμένος,ξεπερνώ,ξεπέρασε,υπερνικώ,Υπερδύναμος,ανέτρεψε
No antonyms found.
outflows => εκροές, outflanking => Υπερφαλάγγιση, outflanked => περικυκλωμένος, outfits => ρούχα, outfighting => μάχες έξω,