Greek Meaning of knocked over
χτύπησε
Other Greek words related to χτύπησε
- ληστεία
- διαρρήχθηκε
- Καταρρίφθηκε
- Ξεγελάστηκα
- απολύθηκε
- κλέβω (από)
- Απογειώθηκε
- Εισέβαλε
- διαρρήξα
- Απατημένος
- σκαλισμένο
- σμιλεμένος
- εξαπατημένος
- λεηλατήθηκε
- εκμεταλλευμένος
- κουρεμένος
- έσπευσε
- λεηλατημένος
- λεηλατημένος
- μαδημένο
- λεηλατημένος
- λεηλατημένο
- αρπαγμένος
- αυλακωμένο
- αδικημένος
- κακομαθημένος
- κακομαθημένος
- συμπιεσμένο
- γυμνός
- κολλημένος
- Φιγουρατζής
- τσιμπημένος
- εξαπατήθηκε
Nearest Words of knocked over
- knocked up => έγκυος
- knocking (about) => το χτύπημα (περίπου)
- knocking back => απορρίπτειν
- knocking dead => φανταστικό
- knocking down => χτυπάω κάτω
- knocking for a loop => σοκάρω
- knocking off => χτυπώντας
- knocking one's socks off => εκπλήσσω, εντυπωσιάζω
- knocking out => χτυπώντας έξω
- knocking over => αναποδογυρίζω
Definitions and Meaning of knocked over in English
knocked over
overwhelm, steal, hijack, eliminate, to strike to the ground, rob
FAQs About the word knocked over
χτύπησε
overwhelm, steal, hijack, eliminate, to strike to the ground, rob
ληστεία,διαρρήχθηκε,Καταρρίφθηκε,Ξεγελάστηκα,απολύθηκε,κλέβω (από),Απογειώθηκε,Εισέβαλε,διαρρήξα,Απατημένος
No antonyms found.
knocked one's socks off => άφησε άφωνο, knocked off => Καταρρίφθηκε, knocked for a loop => Έκπληκτος, knocked down => καταρρίφθηκε, knocked dead => έκπληκτος,