Greek Meaning of cheated

Απατημένος

Other Greek words related to Απατημένος

Definitions and Meaning of cheated in English

Webster

cheated (imp. & p. p.)

of Cheat

FAQs About the word cheated

Απατημένος

of Cheat

Διαστρεβλωμένο,αποφεύγω,παραποιημένος,αδίστακτος,έγχρωμος,κλεμμένο,αποφύγω,λεπτομερής,πλαστός,παραποιημένα

ικανοποιημένος,εκπληρωμένη,ευγνώμων,ικανοποιημένος,χαρούμενος

cheatableness => εξαπατησιμότητα, cheatable => Απατεώνας, cheat on => απατώ, cheat => εξαπάτηση, chear => δώρο,