Greek Meaning of finagled

εξασφάλισε

Other Greek words related to εξασφάλισε

Definitions and Meaning of finagled in English

finagled

to obtain (something) by indirect or involved means, to use devious or dishonest methods to achieve one's ends, to use trickery to get what one wants, to obtain (something) by trickery

FAQs About the word finagled

εξασφάλισε

to obtain (something) by indirect or involved means, to use devious or dishonest methods to achieve one's ends, to use trickery to get what one wants, to obtain

διατεταγμένος,σχεδιασμένος,χειραγωγημένος,διαπραγματευμένος,κατέληξε,προσχηματικός,εκλεπτυσμένος,πλαισιωμένο,διαχειρίζεται,ελιγμένος

φυσώ,εμπόδιο,μπερδεμένος,σφαγμένος,τσαπατσούλη,παραμορφωμένος,μπερδεμένη,κακομεταχειρισμένο,χαλασμένος,τραυλός

films => ταινίες, filmmaking => Κινηματογραφία, filmland => ο κινηματογραφικός κόσμος, fills the bill => ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις, fills (in) => γεμίζει (σε),