Greek Meaning of intrigued

περιέργως

Other Greek words related to περιέργως

Definitions and Meaning of intrigued in English

Webster

intrigued (imp. & p. p.)

of Intrigue

FAQs About the word intrigued

περιέργως

of Intrigue

αρραβωνιασμένος,ενδιαφέρομαι,εμπλεκόμενος,απορροφάται,προσεκτικός, προσεκτική,απορροφημένος,κατενθουσιασμένος,εστιασμένος,εστιασμένος,εμβαπτισμένος

απών,απρόσεκτος,αφηρημένος,αποσπασμένος,απρόσεκτος,ανυποψίαστος,προβληματισμένος,εστίαση,αδιάφορος ,αδιάφορος

intrigue => ίντριγκα, intrigante => πλεκτάνη, intrication => περιπλοκότητα, intricateness => πολυπλοκότητα, intricately => περίπλοκα,