Greek Meaning of brewed

βρασμένος

Other Greek words related to βρασμένος

Definitions and Meaning of brewed in English

Webster

brewed (imp. & p. p.)

of Brew

FAQs About the word brewed

βρασμένος

of Brew

ζυμωμένο,προκάλεσε,ανυψωμένο,προαγόμενος,ενεργοποιημένο,υποκινήθηκε,Καλλιεργούμενος,ενθάρρυνε,υποκινηθεί,ενθαρρυνόμενος

χαλιναγωγημένος,επιλεγμένο,περιορισμένος,αποθαρρυμένος,πραγματοποιήθηκε,ανασταλμένος,ρυθμιζόμενο,συγκρατημένος,εξημερωμένος,συγκρατημένος

brewage => ποτό, brew => μπίρα, brevoortia tyrannis => Μπρεβορτία ο τύραννος, brevoortia => βρεβούρτια, brevity => συντομία,