Greek Meaning of quickened

επιταχύνεται

Other Greek words related to επιταχύνεται

Definitions and Meaning of quickened in English

Webster

quickened (imp. & p. p.)

of Quicken

FAQs About the word quickened

επιταχύνεται

of Quicken

επιταχυνόμενος,γρήγορος,επιτάχυνε,σπεύδω,προτροπή,γρήγορος,Έτοιμος,βιαστικός,γρήγορος,Πρησμένος

Έρπων,σέρνοντας,νωθρός,αργός,Αργός,ήρεμος,αναβάλλω,εσκεμμένος,καθυστερημένος,οπισθοδρομικός

quicken tree => ορεία, quicken => επιταχύνω, quick-eared => λεπτοφυής, quick-drying => Ταχείας ξήρανσης, quick-change => γρήγορης αλλαγής,