Greek Meaning of brisk
ζωηρός
Other Greek words related to ζωηρός
- ενεργός
- κινούμενη εικόνα
- κινούμενη
- Ενεργητικός
- ζωηρός
- ζωηρός
- Ευέλικτος
- αέρινος
- ξύπνιος
- ανάκαμψη
- φωτεινό
- χαρούμενος
- ενθουσιώδης
- ζωηρός
- ομοφυλόφιλος
- ζωηρός
- τζαζ
- κινητικός
- Ανδρείος
- ζωηρός
- pithani
- θρασύς
- παιχνιδιάρικο
- πικάντικο
- Ζωηρό
- Ξύλο
- Ζωηρός
- ελαστικός
- Ζωτικός
- Ζωντανός
- ζωηρός
- σπινθηροβόλος
- ανυπόμονος
- συναγερμός
- θορυβώδης
- ανθρακούχος
- πλευστό
- χαρούμενος
- κεφάτος
- κελαηδιστός
- καλοντυμένος
- αριστοκρατικός
- πρόθυμος
- ενθουσιώδης
- αφρώδης
- ενθουσιώδης
- παιχνιδιάρικο
- με καλή διάθεση
- νευρικός
- σκανταλιάρης
- απότομος
- αγχωμένος
- εύστροφος
- εν κινήσει
- Με ανοιχτά μάτια
- νευρικός
- Λαμπερό
- φανταχτερός
- ζωηρός
- πάνω
- αισιόδοξο
- ξύπνιος
- παιχνιδιάρικο
- εντυπωσιακό
- ピザ·ペパロニ
Nearest Words of brisk
Definitions and Meaning of brisk in English
brisk (v)
become brisk
brisk (s)
quick and energetic
imparting vitality and energy
very active
brisk (a.)
Full of liveliness and activity; characterized by quickness of motion or action; lively; spirited; quick.
Full of spirit of life; effervesc/ng, as liquors; sparkling; as, brick cider.
brisk (v. t. & i.)
To make or become lively; to enliven; to animate; to take, or cause to take, an erect or bold attitude; -- usually with up.
FAQs About the word brisk
ζωηρός
become brisk, quick and energetic, imparting vitality and energy, very activeFull of liveliness and activity; characterized by quickness of motion or action; li
ενεργός,κινούμενη εικόνα,κινούμενη,Ενεργητικός,ζωηρός,ζωηρός,Ευέλικτος,αέρινος,ξύπνιος,ανάκαμψη
νεκρός,αδρανής,Αβίο,οκνηρός,νωθρός,νωχελικός,τεμπέλης,μολυβένιος,άψυχο,κουτσός
brisbane quandong => Κουαντόνγκ του Μπρίσμπεϊν, brisbane => Μπρίσμπεϊν, brisant => εκρηκτικό, brisance => θραυστικότητα, bris => Περιτομή,