Greek Meaning of effervescent
αφρώδης
Other Greek words related to αφρώδης
- Ελαστικό
- ανθρακούχος
- πλευστό
- εκστατικός
- ενθουσιώδης
- σκανδαλίζω
- παιχνιδιάρικο
- χαρούμενος
- ζωηρός
- Ζωντανός
- θορυβώδης
- έντονος
- ανέμελος
- μπιέλα
- εξωστρεφής
- εξωστρεφής
- παιχνιδιάρης
- ομοφυλόφιλος
- ζαλισμένος
- με καλή διάθεση
- ανέμελος
- ανέμελος
- Στίχοι
- εξωστρεφής
- θορυβώδης
- Ζωηρός
- απελευθερωμένος
- Θρασύς
- θρασύς
- θρασύς
- ευφορικός
- ανέμελος
- αναιδής
- Θρασύς
- θρασύς
- εκστατικός
- ατίθαση
- θορυβώδης
- θρασύς
- υπερβολικά ενθουσιώδης
Nearest Words of effervescent
Definitions and Meaning of effervescent in English
effervescent (a)
used of wines and waters; charged naturally or artificially with carbon dioxide
(of a liquid) giving off bubbles
effervescent (s)
marked by high spirits or excitement
effervescent (a.)
Gently boiling or bubbling, by means of the disengagement of gas
FAQs About the word effervescent
αφρώδης
used of wines and waters; charged naturally or artificially with carbon dioxide, (of a liquid) giving off bubbles, marked by high spirits or excitementGently bo
Ελαστικό,ανθρακούχος,πλευστό,εκστατικός,ενθουσιώδης,σκανδαλίζω,παιχνιδιάρικο,χαρούμενος,ζωηρός,Ζωντανός
ανασταλμένος,καταπιεσμένος,συγκρατημένος,ήρεμος,κατσούφης,περιορισμένος,καταθλιπτικός,κατσούφης,αναίσθητος,καταβεβλημένος
effervescency => αφρισμός, effervescence => Ανθράκωση, effervesced => αναβράζον, effervesce => αφρισμός, efferous => εξαγωγός,