Greek Meaning of overexuberant

υπερβολικά ενθουσιώδης

Other Greek words related to υπερβολικά ενθουσιώδης

Definitions and Meaning of overexuberant in English

overexuberant

exuberant to an excessive degree

FAQs About the word overexuberant

υπερβολικά ενθουσιώδης

exuberant to an excessive degree

θορυβώδης,εκστατικός,ευφορικός,ζαλισμένος,χαρούμενος,εκστατικός,θορυβώδης,θορυβώδης,Θρασύς,θρασύς

περιορισμένος,ανασταλμένος,καταπιεσμένος,συγκρατημένος,ήρεμος,κατσούφης,καταθλιπτικός,κατσούφης,αναίσθητος,καταβεβλημένος

overextravagant => Υπερβολικά εξωφρενικός, overextending => Υπερέκταση, overextended => Υπερβολική επέκταση, overexposing => Υπερέκθεση, overexposes => υπερεκθέτει,