Greek Meaning of fostered

ενθαρρυνόμενος

Other Greek words related to ενθαρρυνόμενος

Definitions and Meaning of fostered in English

Webster

fostered (imp. & p. p.)

of Foster

FAQs About the word fostered

ενθαρρυνόμενος

of Foster

Καλλιεργούμενος,ενθάρρυνε,περιποιημένος,προαγόμενος,προηγμένος,απολογούσε,υποστηρίζεται,προωθημένο,προώθησε,επωασμένο

απαγορευμένο,αποκλεισμένος,αποθαρρυμένος,επιβεβλημένο,απαγόρευσε,πολέμησε,απογοητευμένος,παρεμποδισμένος,ανασταλμένος,αντίθετο

foster-daughter => θετή κόρη, foster-child => θετό παιδί, foster-brother => γαλακτοτρόφος αδελφός, fosterage => Φροντίδα αναδοχής, foster son => θετός γιος,