Greek Meaning of championed

πρωταθλητής

Other Greek words related to πρωταθλητής

Definitions and Meaning of championed in English

Webster

championed (imp. & p. p.)

of Champion

FAQs About the word championed

πρωταθλητής

of Champion

απολογούσε,ενέκρινε,υποστηριζόμενος,υιοθετημένος,υποστηρίζεται,με την υποστήριξη,αγκαλιάστηκε,βοήθησε,εγκεκριμένος,προστατευμένος

απογοητευμένος,επενέβη,αντίθετο,ματαιωμένος,μπερδεμένος,έρημος,απογοητευμένος,απέτυχε,αποτυγχάνω,σαμποτάρει

champion => πρωταθλητής, champing => μάσηση, champignon => Μανιτάρι, champerty => δικομανία, champertor => Χρηματοδότης,