Greek Meaning of plumped (for)
(φουσκωμένος)
Other Greek words related to (φουσκωμένος)
- απολογούσε
- ενέκρινε
- υποστηριζόμενος
- υιοθετημένος
- υποστηρίζεται
- με την υποστήριξη
- πρωταθλητής
- αγκαλιάστηκε
- κατείχε για λίγο το χαρτοφυλάκιο
- βοήθησε
- εγκεκριμένος
- προστατευμένος
- φυτεύεται (για)
- plunked (για)
- υπερασπίστηκε
- υπερασπίζω
- πήγε μέσα για
- πήγε να βαρελίσει για
- υποκινήθηκε
- προηγμένος
- βοήθησε
- διασωθείς
- στηριγμένος
- ενισχυμένο
- αρραβωνιασμένος
- προωθημένο
- προώθησε
- κήρυξε
- (στηριγμένο)
- ενισχυμένο
- ενισχυμένη
- διασωθεί
- αποθηκευμένο
- δευτερολόγησε
- (με) μονομερώς
Nearest Words of plumped (for)
Definitions and Meaning of plumped (for) in English
plumped (for)
to choose (someone or something) after thinking carefully, to express support for (someone or something)
FAQs About the word plumped (for)
(φουσκωμένος)
to choose (someone or something) after thinking carefully, to express support for (someone or something)
απολογούσε,ενέκρινε,υποστηριζόμενος,υιοθετημένος,υποστηρίζεται,με την υποστήριξη,πρωταθλητής,αγκαλιάστηκε,κατείχε για λίγο το χαρτοφυλάκιο,βοήθησε
μπερδεμένος,απογοητευμένος,επενέβη,αντίθετο,ματαιωμένος,έρημος,απογοητευμένος,απέτυχε,αποτυγχάνω,απογοητεύω
plump (for) => παχουλός (για), plummets => πέφτει, plummeting => Κατακρήμνιση, plummeted => έπεσε κάθετα, plugs => Φις,