Greek Meaning of forwarded

προωθημένο

Other Greek words related to προωθημένο

Definitions and Meaning of forwarded in English

Webster

forwarded (imp. & p. p.)

of Forward

FAQs About the word forwarded

προωθημένο

of Forward

Καλλιεργούμενος,ενθάρρυνε,ενθαρρυνόμενος ,περιποιημένος,προαγόμενος,προηγμένος,απολογούσε,υποστηρίζεται,με την υποστήριξη,ενέκρινε

απαγορευμένο,αποκλεισμένος,αποθαρρυμένος,επιβεβλημένο,απαγόρευσε,απογοητευμένος,παρεμποδισμένος,ανασταλμένος,αντίθετο,Απαγορευμένο

forward passer => επιθετικός, forward pass => Προώθηση, forward motion => κίνηση προς τα εμπρός, forward market => Προθεσμιακή αγορά, forward => μπροστά,