Greek Meaning of upheld

διατήρησε

Other Greek words related to διατήρησε

Definitions and Meaning of upheld in English

Webster

upheld ()

imp. & p. p. of Uphold.

FAQs About the word upheld

διατήρησε

imp. & p. p. of Uphold.

Έξοδα,ανυψωμένο,Ανυψωμένος,ανασηκωμένος,ωροσκόπος,ανοδικός,αύξων,θέα,Ανυψωτική,κορυφαίος

αφεδρος,κάτω,έπεσε,Πεσμένος,προσγειωμένος-η,Χαμηλός,μειωμένος,καταθλιπτικός,Απόγονος,ακόμα

upheave => ανασηκώνω, upheaval => αναταραχή, upheaped => σωρευμένος, uphasp => uphasp, uphand => χρήσιμος,