Greek Meaning of activated
ενεργοποιημένο
Other Greek words related to ενεργοποιημένο
- οδήγησε
- Τροφοδοτούμενος
- πυροδότησε
- ενεργοποιημένο
- ενεργοποιημένος
- φορτισμένος
- τροφοδοτημένο
- παραχθεί
- Αναμμένο
- μετακινηθήκαμε
- προκάλεσε
- τρέχω
- ξεκινώ
- τοποθετημένος (πάνω)
- τροφοδοτούμενος
- έσπρωξε
- ξεκίνησε
- πυροδότησε
- αναμμένο
- επιταχυνόμενος
- διεγερμένος
- εκφορτισμένος
- Ηλεκτροφορτισμένο
- ενεργοποιημένος
- ενθουσιασμένος
- απολυμένος
- παρακίνησε
- υποκίνησε
- ξεκίνησε
- επιταχύνεται
- τρέχω
- κυκλοφόρησε
- διεγερμένος
- αναδευμένο
- σκόνταψε
- αναζωογονημένο
- καταλυμένος
- κλώτσησα
- ενεργοποιημένος ξανά
- επαναφορτιζόμενος
- Τονισμένος
- εναλλασσόμενος
- αναποδογυρισμένος
Nearest Words of activated
- activated carbon => Ενεργός άνθρακας
- activated charcoal => Ενεργός άνθρακας
- activating => ενεργοποίηση
- activating agent => Ενεργοποιητικός παράγοντας
- activation => ενεργοποίηση
- activation energy => Ενέργεια ενεργοποίησης
- activator => ενεργοποιητής
- active => ενεργός
- active agent => Ενεργό συστατικό
- active air defense => Ενεργητική αντιαεροπορική άμυνα
Definitions and Meaning of activated in English
activated (s)
(of sewage) treated with aeration and bacteria to aid decomposition
(of e.g. a molecule) made reactive or more reactive
rendered active; e.g. rendered radioactive or luminescent or photosensitive or conductive
(military) set up and placed on active assignment
FAQs About the word activated
ενεργοποιημένο
(of sewage) treated with aeration and bacteria to aid decomposition, (of e.g. a molecule) made reactive or more reactive, rendered active; e.g. rendered radioac
οδήγησε,Τροφοδοτούμενος,πυροδότησε,ενεργοποιημένο,ενεργοποιημένος,φορτισμένος,τροφοδοτημένο,παραχθεί,Αναμμένο,μετακινηθήκαμε
συλληφθείς,επιλεγμένο,κόβω,κόβω,σκότωσα,απενεργοποιώ,σταμάτησε,κολλημένος,απενεργοποιημένο,απενεργοποιημένο
activate => ενεργοποιώ, activase => ενεργοποιητής, actium => Άκτιο, actitis macularia => Λευκοχελίδονο, actitis hypoleucos => Κουκουβάγια με κίτρινα πόδια,