Greek Meaning of moved

μετακινηθήκαμε

Other Greek words related to μετακινηθήκαμε

Definitions and Meaning of moved in English

Wordnet

moved (a)

being excited or provoked to the expression of an emotion

Webster

moved (imp. & p. p.)

of Move

FAQs About the word moved

μετακινηθήκαμε

being excited or provoked to the expression of an emotionof Move

μετεγκαταστάθηκε,αφαιρέθηκε,μετατοπίστηκε,μεταφερμένο,μεταφέρθηκε,εκτοπισμένος,διαταραγμένος,τράβηξε,αντικατέστησε,Επανατοποθετημένο

αγκυροβολημένος,σταθερός,κατεψυγμένο,αραγμένος,ασφαλισμένος,σετ,σταθεροποιημένο,ενσωματωμένο,εδραιωμένος,ενσωματωμένο

moveable feast => Κινητή γιορτή, moveable => κινητός, move up => κίνηση ψηλά, move through => διαπερνάω, move reflexively => Αντανακλαστικό κίνησης,