Greek Meaning of moored
αραγμένος
Other Greek words related to αραγμένος
Nearest Words of moored
Definitions and Meaning of moored in English
moored (imp. & p. p.)
of Moor
FAQs About the word moored
αραγμένος
of Moor
αγκυροβολημένος,σταθεροποιημένο,στερεωμένο,παντρεμένος,ασφαλισμένος,πιάστηκε,ενσωματωμένο,σταθερός,σετ,βαθιά ριζωμένος
εξαγόμενος,χαλαρός,χαλαρός,τραβηγμένο,χαλαρός,λυμένος,χαλαρωμένο,έσπασε,εκτιμημένος,ριζωμένος
moore => Μουρ, moorcock => Μουρκόκ, moor-bird => Λιβαδόπουλο, moorbird => Καλαμοκανάτα, moorband => Φλύαρι,