Greek Meaning of unloosened

χαλαρωμένο

Other Greek words related to χαλαρωμένο

Definitions and Meaning of unloosened in English

unloosened

unloose

FAQs About the word unloosened

χαλαρωμένο

unloose

χαλαρός,κυκλοφόρησε,απελευθερωμένος,λυμένος,εκφράστηκαν,άφησε,χαλαρός,ξεκλείδωτο,ανοιγμένος,αερίστηκε

χαλιναγωγημένος,επιλεγμένο,περιορισμένος,περιεχομενη,ελεγχόμενος,διοικείται,πραγματοποιήθηκε,ανασταλμένος,ρυθμιζόμενο,συγκρατημένος

unloosed => λυμένος, unlocking => ξεκλείδωμα, unloads => εκφορτώνει, unlinks => ξεσυνδέσεις, unlinking => απόσυνδεση,