FAQs About the word unlearning

απομάθηση

to undo the effect of, to put out of one's knowledge or memory

λήθη,ξεχνώ,Χάνοντας,χαμένος,εκμηδένιση,αγνοώντας,αγνοώντας,Λανθασμένη ανάμνηση,παραμελώ,διερχόμενος

υπενθύμιση,ΑΝΑΚΑΛΩΝΤΑΣ,θυμάμαι,σκεφτόμενος (για),αναδρομή (σε),που παραπέμπει σε,έχοντας υπόψη,υπενθυμίζοντας,Ανάσυρση μνήμης (για),αναφερόμενος (σε)

unlaying => αποτινάζω, unlashing => απελευθέρωση, unlashes => Απελευθερώνει, unlashed => απελευθέρωσα, unlading => Εκφόρτωση,