Greek Meaning of unlinked

Άσχετος

Other Greek words related to Άσχετος

Definitions and Meaning of unlinked in English

unlinked

not belonging to the same genetic linkage group

FAQs About the word unlinked

Άσχετος

not belonging to the same genetic linkage group

αποσυνδεδεμένο,αποσπασματικός,αποσυνδεδεμένος,διαιρεμένος,διαχωρισμένος,ξεχωριστό,διαχωρισμένος,ανεξάρτητος,μη συνδεδεμένος,αποσυρμένος

συνοδεύεται,παρακείμενος,παρακολούθησε,γειτονικός,Επισυναπτόμενος,συνδεδεμένος,Συνεχής,συζευγμένο,συνδεδεμένος,γειτονικός

unleashing => απελευθερώνοντας, unleashes => απελευθερώνει, unleashed => απελευθερωμένος, unlearning => απομάθηση, unlaying => αποτινάζω,