Greek Meaning of disassociated

αποσυνδεδεμένος

Other Greek words related to αποσυνδεδεμένος

Definitions and Meaning of disassociated in English

Webster

disassociated (imp. & p. p.)

of Disassociate

FAQs About the word disassociated

αποσυνδεδεμένος

of Disassociate

μοναστικός,ερμητικός,μονωμένος,απομονώνω,απομονωμένος,συνταξιούχος,απομονωμένος,διαχωρισμένος,διαχωρισμένος,αποσυρμένος

συνοδεύεται,παρακολούθησε,παρακείμενος,γειτονικός,Επισυναπτόμενος,επικοινωνία,συνδεδεμένος,Συνεχής,συζευγμένο,συνδεδεμένος

disassociate => Αποσυνδέω, disassimilative => αποσιμιωτική, disassimilation => απο-ομοίωση, disassimilate => αποομοιώνω, disassiduity => απουσία,