FAQs About the word unlashes

Απελευθερώνει

to untie the lashing of

χαλαρώνει,Λύνει,αναιρεί,λύνει,Ξεδένω,λύνει,ξετυλίγει,ξεμπερδεύει,χαλαρώνει,ξεμπλέκει

δένει,δένει,κόμποι,βλεφαρίδες,Γραβάτες,άνεμοι,διαπλέκει,κορδόνια,μπερδέματα,μπερδεύει

unlashed => απελευθέρωσα, unlading => Εκφόρτωση, unlades => εκφορτώνει, unladed => ξεφορτωμένη, unlacing => λύσιμο,