Greek Meaning of fastens
δένει
Other Greek words related to δένει
- επιθήματα
- επισυνάπτει
- στροφές
- Γραβάτες
- προσκολλάται
- κλιπ
- συνδέει
- κόλλες
- ιμάντες
- κουμπιά
- Σύνδεσμοι
- Μπουλόνια
- ζώνες
- σφιγκτήρες
- Κούμπωμα
- Σφίγγει
- Κλίντζερ
- επιδιορθώσεις
- κρέμεται
- ζυγούς
- Σιδεριές
- ενώνεται
- κορδόνια
- βλεφαρίδες
- μάνταλα
- νύχια
- ζυμαρικά
- Καρφίτσες
- επιθέματα
- επανασυνδέει
- Πριτσίνια
- Βίδες
- δεσμά
- συνδετήρες
- ξυλάκια
- αντιμετωπίζει
- τακούνια
- διακόπτες
- ενώνει
- ζυγός
Nearest Words of fastens
- fast-forward => προώθηση γρήγορης
- fast-forwarded => επιταχυνόμενος
- fast-forwarding => Γρήγορη προώθηση
- fast-forwards => γρήγορη προώθηση
- fast-talk => Γρήγορη ομιλία
- fast-talked => μιλάμε γρήγορα
- fast-talker => Αρβυλόγιαννος
- fast-talking => Λαμυρός
- fast-talks => μιλάει γρήγορα
- fast-track => γρήγορη λωρίδα
Definitions and Meaning of fastens in English
fastens
to become fixed or joined, to become fast or fixed, to fix or set steadily, to make fast, to attach especially by pinning, tying, or nailing, to fix firmly or securely, to attach or join by or as if by pinning, tying, or nailing, to make fast and secure, to attach (oneself) persistently and usually objectionably, to focus attention, to secure against opening, to take a firm grip or hold, to take a firm grip with, to place forcefully
FAQs About the word fastens
δένει
to become fixed or joined, to become fast or fixed, to fix or set steadily, to make fast, to attach especially by pinning, tying, or nailing, to fix firmly or s
επιθήματα,επισυνάπτει,στροφές,Γραβάτες,προσκολλάται,κλιπ,συνδέει,κόλλες,ιμάντες,κουμπιά
μέρη,αποσπάται,διασπάται,χωρίζει,ξεχωριστά,κόβει,διαχωρισμοί,αναιρεί,λύνει,ξεκλειδώνει
fastening (on) => στερέωση (ενεργοποίηση), fastened (on) => στερεωμένο (σε), fasten (on) => στερεώνω (σε), fastback => Φαστμπάκ, fashions => μόδα,