Greek Meaning of handcuffed
χειροπέδες
Other Greek words related to χειροπέδες
- ικανός
- ικανός
- Ικανός
- κυρίαρχος
- αποτελεσματικός
- αποδοτικός
- ισχυρός
- Δυνατός
- ισχυρός
- δυνατός
- αυταρχικός
- αυταρχικός
- αυταρχικός
- δεσποτικός
- δικτατορικός
- δυναμικός
- Ενεργητικός
- δυναμικός
- σημαντικός
- αυστηρός
- μεγάλος
- robust
- ηλικιωμένος, -η, -ο
- σημαντικός
- γερός
- κορυφαίο
- σκληρός
- τυραννικός
- τυραννικός
- ζωηρός
- υψηλού επιπέδου
- Δυνατός
Nearest Words of handcuffed
Definitions and Meaning of handcuffed in English
handcuffed (imp. & p. p.)
of Handcuff
FAQs About the word handcuffed
χειροπέδες
of Handcuff
ανήμπορος,Παράλυτος,Αδύναμος,Παράλυτος,ανίκανος,ανίκανος,ανίκανος,παθητικός,ανίσχυρος,ψηλά και στεγνό
ικανός,ικανός,Ικανός,κυρίαρχος,αποτελεσματικός,αποδοτικός,ισχυρός,Δυνατός,ισχυρός,δυνατός
handcuff => χειροπέδες, handcraftsman => Χειροτέχνης, hand-crafted => χειροποίητο, handcraft => χειροτεχνία, handcolour => Χρωματισμός με το χέρι,