Greek Meaning of handcuffed

χειροπέδες

Other Greek words related to χειροπέδες

Definitions and Meaning of handcuffed in English

Webster

handcuffed (imp. & p. p.)

of Handcuff

FAQs About the word handcuffed

χειροπέδες

of Handcuff

ανήμπορος,Παράλυτος,Αδύναμος,Παράλυτος,ανίκανος,ανίκανος,ανίκανος,παθητικός,ανίσχυρος,ψηλά και στεγνό

ικανός,ικανός,Ικανός,κυρίαρχος,αποτελεσματικός,αποδοτικός,ισχυρός,Δυνατός,ισχυρός,δυνατός

handcuff => χειροπέδες, handcraftsman => Χειροτέχνης, hand-crafted => χειροποίητο, handcraft => χειροτεχνία, handcolour => Χρωματισμός με το χέρι,