Greek Meaning of hand-crafted
χειροποίητο
Other Greek words related to χειροποίητο
Nearest Words of hand-crafted
Definitions and Meaning of hand-crafted in English
hand-crafted (a)
made by hand or a hand process
FAQs About the word hand-crafted
χειροποίητο
made by hand or a hand process
κατασκευασμένο,χειροποίητο,Σπιτικό,χειροποίητο,κατόπιν παραγγελίας ,κατόπιν παραγγελίας,Κατασκευασμένο κατά παραγγελία,εγχειρίδιο
αυτόματος,κατεργασμένο,μαζικής παραγωγής
handcraft => χειροτεχνία, handcolour => Χρωματισμός με το χέρι, handcolor => χρωματισμένο στο χέρι, handcloth => πετσέτα χεριών, handclasp => Χειραψία,