Greek Meaning of liberated
απελευθερωμένος
Other Greek words related to απελευθερωμένος
Nearest Words of liberated
- liberating => απελευθερωτικός
- liberation => απελευθέρωση
- liberation theology => Θεολογία της απελευθέρωσης
- liberation tigers of tamil eelam => Απελευθερωτικές Τίγρεις της Τάμιλ Ιλαμ
- liberator => απελευθερωτής
- liberatory => απελευθερωτικός
- liberia => Λιβερία
- liberian => φιλελεύθερος
- liberian capital => πρωτεύουσα της Λιβερίας
- liberian coffee => Καφές Λιβερίας
Definitions and Meaning of liberated in English
liberated (s)
(of a gas e.g.) released from chemical combination
free from traditional social restraints
liberated (imp. & p. p.)
of Liberate
FAQs About the word liberated
απελευθερωμένος
(of a gas e.g.) released from chemical combination, free from traditional social restraintsof Liberate
παραδόθηκε,απελευθερωμένος,κυκλοφόρησε,Απαλλαγμένος,δωρεάν,παραιτούμαι,Κλείνω (από),απελευθερωμένος,ανεμπόδιστο,απρόσκοπτος
Ανάπηροι,παρεμποδισμένος,Επιβαρυμένος,κουτσός
liberate => απελευθερώνω, liberalness => φιλελευθερισμός, liberally => ελευθέρως, liberalizing => φιλελευθεροποιών, liberalizer => φιλελευθερωτής,