Greek Meaning of hampered
εμπόδισε
Other Greek words related to εμπόδισε
Nearest Words of hampered
Definitions and Meaning of hampered in English
hampered (imp. & p. p.)
of Hamper
FAQs About the word hampered
εμπόδισε
of Hamper
επιλεγμένο,περιορισμένος,ελεγχόμενος,διοικείται,παρεμποδισμένος,συγκρατημένος,χαλιναγωγημένος,συγκρατημένος,εύκρατο,μέτριος
εγκαταλελειμμένος,ακραίος,εξάπλωση,Ωμός,φυγάς,απεριόριστος,χαλιναγώγητος,χωρίς ένδειξη,ανεξέλεγκτο,ανεξέλεγκτος
hamper => καλάθι δώρων, hamous => Χάμους, hamose => hamos, hammy => χάμμι, hammurapi => Αμμουραμπί,