Greek Meaning of extracted

εξαγόμενος

Other Greek words related to εξαγόμενος

Definitions and Meaning of extracted in English

Webster

extracted (imp. & p. p.)

of Extract

FAQs About the word extracted

εξαγόμενος

of Extract

μαδημένο,έσπασε,τραβηγμένο,τραβάω,εξορυσσόμενο,εκτιμημένος,αφαιρέθηκε,ριζωμένος,πήρε (έξω),έσκισε (έξω)

εμφυτευμένο,τοποθετημένος,εγκατεστημένο,εμφύσησε,Γεμιστό,γεμάτο,μαρμελάδα,χτύπησε,σφηνωμένος

extractable => εκχυλίσιμος, extract => απόσπασμα, extracellular fluid => Εξωκυττάριο υγρό, extracellular => εξωκυτταρικός, extracapsular surgery => Εξωκαψική χειρουργική,