Greek Meaning of displaced
εκτοπισμένος
Other Greek words related to εκτοπισμένος
Nearest Words of displaced
- displaced fracture => Εκτόπισμα κατάγματος
- displaced person => εκτοπισμένο άτομο
- displacement => μετατόπιση
- displacement reaction => Αντίδραση μετατόπισης
- displacement unit => Μονάδα μετατόπισης
- displacency => ικανοποίηση
- displacer => εκτοπιστής
- displacing => μετατοπίζοντας
- displant => εκτοπίζω
- displantation => εκτόπιση
Definitions and Meaning of displaced in English
displaced (imp. & p. p.)
of Displace
FAQs About the word displaced
εκτοπισμένος
of Displace
αποστερημένος,μειωμένη,Χρεωκοπία,Χρεοκοπημενος,στερημένος,άπορος,μειονεκτούντες,φτωχοποιημένος,φτωχός,αφερέγγυος
πλεονεκτικός,Ευκατάστατοι,ευλογημένος,τυχερός,φορτωμένο,τυχερός,εύπορος,προνομιούχος,πλούσιος,πλούσιος
displaceable => εκτοπίσιμος, displace => εκτοπίζω, dispiteous => κακόβουλος, dispiritment => αποθάρρυνση, dispiriting => αποθαρρυντικός,