Greek Meaning of coddled

καλομαθημένο

Other Greek words related to καλομαθημένο

Definitions and Meaning of coddled in English

Webster

coddled (imp. & p. p.)

of Coddle

FAQs About the word coddled

καλομαθημένο

of Coddle

Ευκατάστατοι,αφοσιωμένος,εύπορος,πλούσιος,Κακομαθημένος,κακομαθημένος,πλούσιος,ευλογημένος,άνετος,τυχερός

καταθλιπτικός,στερημένος,μειονεκτούντες,φτωχός,φτωχός,Υποβαθμισμένος,Χρεωκοπία,Χρεοκοπημενος,άπορος,άπορος

coddle => χαϊδεύω, codding => Κωδικοποίηση, codder => Μπακαλιάρος, codariocalyx motorius => Codariocalyx motorius, codariocalyx => κωδριοκαλυξ,