Greek Meaning of coddling
Κακομαθαίνω
Other Greek words related to Κακομαθαίνω
Nearest Words of coddling
Definitions and Meaning of coddling in English
coddling (p. pr. & vb. n.)
of Coddle
FAQs About the word coddling
Κακομαθαίνω
of Coddle
Κακομαθαίνω,Χάιδεμα,ανησυχία,προσοχή,εξέταση,καλοσύνη,στοχαστικότητα,φροντίδα,προσοχή,αγάπη
απροσεξία,απερισκεψία,αδιαφορία,απρεπεια,απροσεξία,απρονοησία
coddler => κακομαθημένος, coddled egg => Αυγά βραστά μελάτα, coddled => καλομαθημένο, coddle => χαϊδεύω, codding => Κωδικοποίηση,