Greek Meaning of babying
Κακομαθαίνω
Other Greek words related to Κακομαθαίνω
Nearest Words of babying
- babyhouse => Κουκλόσπιτο
- babyhood => βρεφική ηλικία
- baby-faced => πρόσωπο μωρού
- baby-boom generation => γενιά των μπέιμπι-μπούμερς
- baby tooth => Γαλακτόδοντας
- baby tears => τα δάκρυα του μωρού
- baby talk => Κουβέντα μωρού
- baby sitting => φύλαξη παιδιών
- baby shoe => παπουτσάκια μωρού
- baby rose => Μωρό τριαντάφυλλο
Definitions and Meaning of babying in English
babying (p. pr. & vb. n.)
of Baby
FAQs About the word babying
Κακομαθαίνω
of Baby
Κακομαθαίνω,Χάιδεμα,ανησυχία,εξέταση,καλοσύνη,στοχαστικότητα,φροντίδα,προσοχή,προσοχή,αγάπη
απροσεξία,απερισκεψία,αδιαφορία,απρεπεια,απροσεξία,απρονοησία
babyhouse => Κουκλόσπιτο, babyhood => βρεφική ηλικία, baby-faced => πρόσωπο μωρού, baby-boom generation => γενιά των μπέιμπι-μπούμερς, baby tooth => Γαλακτόδοντας,